ΔΝΤ: "Κάναμε πολλά λάθη με την Ελλάδα,όχι άλλα μέτρα"



Δεν φταίνε οι υπέρογκοι φόροι αλλά το ότι δεν προχωράνε οι διαρθρωτικές αλλαγέςθρωτικές αλλαγές, για την μεγάλη ύφεση και τη έξαρση της ανεργίας την Ελλάδα. Με το σκεπτικό αυτό και επειδή παραμένουν οι αβεβαιότητες στην ελληνική οικονομία η Τρόικα δεν έχει λέει ακόμα το «ναι» σε μειώσεις φόρων που έχει ζητήσει η κυβέρνηση. Το ΔΝΤ εκτιμά ότι η πολιτική σταθερότητα έχει αποκατασταθεί  στη χώρα μας αλλά εκφράζει ανησυχία για τη διατήρησή της, όσο θα αυξάνεται η ανεργία –ειδικά στους νέους- χωρίς να λαμβάνονται αποτελεσματικά μέτρα καταπολέμησής της.


Έτσι περιγράφουν σε αδρές γραμμές οι ελεγκτές του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου την κατάσταση στη χώρα μας και την ελληνική οικονομία, στην έκθεση που άνοιξε το δρόμο για την έγκριση της δόσεως των 1,8 δισ. την περασμένη Παρασκευή και που δόθηκε αργά το βράδυ της Τετάρτης –ώρα Ελλάδος- στη δημοσιότητα.

Παρότι το ΔΝΤ αποδίδει εύσημα στην Ελλάδα για την επιτυχία της δημοσιονομικής προσαρμογής η οποία το 2012 και στις αρχές του 2013 ξεπέρασε τους στόχους, οι ελεγκτές θεωρούν πως η δημοσιονομική κατάσταση δεν δικαιολογεί αισιόδοξες προβλέψεις εκ μέρους της κυβέρνησης προκειμένου να χαλαρώσουν από τώρα οι φόροι. Για αυτό αναφέρουν πως το αίτημα για μείωση φόρων θα επανεξεταστεί μόλις επιστρέψουν στην Αθήνα την ερχόμενη εβδομάδα.


Δείτε όλη την έκθεση του Ταμείου για την ελληνική οικονομία
Αν και διαβλέπουν σημαντική πρόοδο που δεν είχε επιδείξει πριν η χώρα μας, το δημοσιονομικό άχθος παραμένει «θηλιά» για τη χώρα, για  αυτό οι ελεγκτές υπερτονίζουν ότι πρέπει να διαρθρωτικές αλλαγές να κινηθεί η πραγματική οικονομία, για να λειτουργήσει παρά τα βάρη που έχει φορτώσει το κράτος στον ιδιωτικό τομέα.

Το ΔΝΤ θεωρεί ότι το πολύ υψηλό το δημόσιο χρέος «τρομάζει» ακόμα τους υποψήφιους επενδυτές και υπογραμμίζει για άλλη μια φορά την δέσμευση των ευρωπαίων εταίρων να λάβουν και μέτρα ελάφρυνσης του χρέους αν χρειαστεί.

Στην έκθεση τονίζεται πάντως ότι με βάση τις σημερινές εκτιμήσεις δεν θα χρειαστούν νέα μέτρα για το 2013 και το 2014. Το θέμα του δημοσιονομικού κενού στη διετία 2015-2016 θα συζητηθεί όταν επιστρέψουν οι επικεφαλής ελεγκτές.  Όλα θα εξαρτηθούν όμως από την απόδοση της μεταρρύθμισης του φοροεισπρακτικού μηχανισμού, καθώς η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι το κενό θα καλυφθεί από πρόσθετα φορολογικά έσοδα.

Το ΔΝΤ προτείνει επίσης την άμεση επανα-ιδιωτικοποίηση των τραπεζών, καταγράφοντας αρκετούς κινδύνους από την πιθανότητα "διαρκούς πιστωτικής ασφυξίας" και σημειώνοντας την ανάγκη να υπάρχει "πολιτική σταθερότητα" για την εφαρμογή του προγράμματος.

Οι εκθέσεις περιέχουν και προτροπές προς τους εταίρους του Ταμείου στην Ευρώπη, ώστε να υλοποιήσουν τη δέσμευσή τους για μείωση του ελληνικού χρέους. Για το χρέος της Ελλάδας εκφράζονται ανησυχίες και θεωρείται ως "καθοριστικός παράγοντας" η δέσμευση των Ευρωπαίων να δώσουν -αν απαιτηθεί- πρόσθετη ανακούφιση του χρέους. Επίσης, αναφέρεται ότι το ελληνικό χρέος παραμένει "πολύ υψηλό" και προτείνεται "εμπροσθοβαρής προσέγγιση" εάν η Ελλάδα συνεχίσει να εφαρμόζει το πρόγραμμα χωρίς να ανακτά σε ικανοποιητικό επίπεδο την εμπιστοσύνη των αγορών, εξαιτίας του χρέους.

Σκληρή αυτοκριτική

Η έκθεση αξιολόγησης περιλαμβάνει και την αποτίμηση του πρώτου προγράμματος από το 2010 ως το 2012, στην οποία υπάρχει παραδοχή για λανθασμένες εκτιμήσεις από μέρους του Ταμείου που συνέτειναν σε βαθύτερη του αναμενόμενου ύφεση, καθώς και σε μεγάλη αύξηση της ανεργίας.

Όπως προκύπτει, το ΔΝΤ ήταν από την αρχή αντίθετο στην ένταξη της χώρας μας στο πακέτο διάσωσης καθώς δεν πληρούσε τα τρία από τα τέσσερα σχετικά κριτήρια. Μάλιστα το ταμείο παραδέχεται ότι παρέβη τους ίδιους του τους κανόνες για να κάνει το διογκούμενο χρέος της Ελλάδας να φαίνεται βιώσιμο, παρά το γεγονός ότι από την αρχή του προγράμματος μέχρι και σήμερα δημοσίως τα στελέχη του υποστηρίζουν το αντίθετο.

Και τα «βέλη» κατά της Ευρωζώνης συνεχίζονται με τους συντάκτες να υποστηρίζουν ότι το μεγαλύτερο όφελος από το «πακέτο» του 2010 δεν το καρπώθηκε τόσο πολύ η Ελλάδα όσο ευρύτερα η Ευρωζώνη στην οποία «έδωσε χρόνο να χτίσει ένα τείχος προστασίας που θα προστάτευε τα υπόλοιπα ευάλωτα κράτη-μέλη και απέτρεψε πιθανές σοβαρές επιπτώσεις για την παγκόσμια οικονομία», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Το δεύτερο βασικό σημείο της κριτικής που φαίνεται να ασκεί το ΔΝΤ απέναντι στις χώρες της Ευρωζώνης έχει να κάνει με την καθυστέρηση, κατά τους συντάκτες του εγγράφου, της αναδιάρθρωσης του χρέους που τελικά έγινε τον Μάιο του 2012. Για το Ταμείο υπεύθυνες για την καθυστέρηση είναι οι τράπεζες που διακρατούσαν σημαντικό μέρος του ελληνικού χρέους και ασκούσαν πολιτικές πιέσεις στις κυβερνήσεις. Οι ίδιες οι κυβερνήσεις, δε, θεωρούσαν ότι η ύπαρξη υψηλού χρέους θα λειτουργούσε ως κινητήριος μοχλός προκειμένου η ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει στην εφαρμογή του προγράμματος.

Στους υποστηρικτές της ταχύτερης ενεργοποίησης του μέτρου του «κουρέματος» του χρέους σύμφωνα με την ίδια έκθεση περιλαμβανόταν και η Γερμανία.

Από την κριτική του Ταμείου δεν ξεφεύγει ούτε και η Κομισιόν για την οποία υποστηρίζει ότι «δεν είχε εμπειρία στη διαχείριση μιας τέτοιου μεγέθους κρίσης» προσθέτοντας ότι εστίαζε περισσότερο  στη «συμμόρφωση με τις νόρμες της Ε.Ε. παρά στην επίδραση στην ανάπτυξη».

Όσο για τη συμφωνία αυτή καθ' αυτή χαρακτηρίζεται «ασυνήθιστη» και σημειώνεται ότι «κανένας από τους εταίρους στην τρόικα δεν τη θεωρούσε ιδανική» τονίζοντας ότι «υπήρχαν σημαντικές διαφορές απόψεων εντός της τρόικα, ειδικά όσον αφορά τις προβλέψεις για την ανάπτυξη».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ


Η Ελλάδα βρίσκεται σε "καλό δρόμο" δήλωσε ο Πολ Τόμσεν     

Σημαντική πρόοδο σημείωσε η Ελλάδα για την ενίσχυση της δημοσιονομικής προσαρμογής και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, δήλωσε ο επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην αποστολή της τρόικας στην Αθήνα, Πολ Τόμσεν.

Παρουσιάζοντας -χθες το βράδυ- τις πολυσέλιδες εκθέσεις του Ταμείου για το ελληνικό πρόγραμμα και απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων, ο κ. Τόμσεν ανέφερε ότι χρειάζονται ακόμη περαιτέρω διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για τόνωση της ανάπτυξης και δημιουργία θέσεων εργασίας.

Ο αξιωματούχος του ΔΝΤ υποστήριξε ότι κατά τη φετινή χρονιά, η Ελλάδα βρίσκεται σε "καλό δρόμο" για την επίτευξη πρωτογενούς ισοζυγίου, με αποτέλεσμα οι δαπάνες να είναι ίσες με τα έσοδα. Με αυτό τον τρόπο, δίνεται η προοπτική να φτάσει  Ελλάδα σε μια πολύ καλύτερη κατάσταση στο δημοσιονομικό τομέα. Την ίδια στιγμή, όσον αφορά το εξωτερικό ισοζύγιο, οι εισαγωγές έχουν μειωθεί δραματικά, οδηγώντας σε βελτίωση μεγαλύτερη των δέκα ποσοστιαίων μονάδων του ΑΠΕ.

Απαντώντας σε ερώτηση για το ενδεχόμενο μείωσης φόρων, υποστήριξε ότι "κατά την άποψή μας, οι ελληνικές αρχές δεν θα πρέπει να εξετάσουν τη μείωση των φόρων, προτού να υπάρξουν ξεκάθαρες ενδείξεις πως οι μεταρρυθμίσεις έχουν αποτέλεσμα, αν και μπορεί κανείς πάντα να εξετάσει τα ήδη συμφωνηθέντα δημοσιονομικά μέτρα", όπως είπε.

Στη συνέχεια, ανέφερε ότι η ανακεφαλαιοποίηση και αναδιάρθρωση του τραπεζικού κλάδου έχει σχεδόν ολοκληρωθεί, ενώ χαρακτήρισε ως "κλειδί" για την επίτευξη αυτού του σκοπού τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.

Ο κ. Τόμσεν διατύπωσε επίσης την άποψη ότι έγιναν περιορισμοί σε επαγγέλματα, αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, ενώ οι τιμές παραμένουν ψηλές. Ως παράδειγμα ανέφερε τον φαρμακευτικό χώρο και ότι τα φάρμακα θα πρέπει να ελευθερωθούν. Σ' αυτό το σημείο, τόνισε ότι οι ελληνικές αρχές επιχειρούν κάποια βήματα για να ξεπεραστούν τέτοιου είδους προβλήματα.

Αναφορά έκανε και στον φοροεισπρακτικό μηχανισμό, σημειώνοντας ότι η Ελλάδα αύξησε τους φόρους στους μισθωτούς με επιτυχία, αλλά, όπως τόνισε, υπάρχει και ένας κλάδος αυτοαπασχολούμενων (μεταξύ των οποίων και οι πλούσιοι) που έχουν την τάση να αποφεύγουν το δίκαιο μερίδιο της φορολογίας.

Όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις στο φορολογικό σύστημα επισήμανε ότι ξεκίνησαν, αλλά ακόμη υπάρχουν πολλά να γίνουν. Για τις μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο τομέα, ανέφερε ότι πρέπει να μειωθεί το κόστος και να βελτιωθεί η αποδοτικότητα.

Τέλος, για το ελληνικό χρέος είπε ότι αν και αναμένεται να παραμείνει σε υψηλό επίπεδο μεσοπρόθεσμα, οι Ευρωπαίοι εταίροι της Ελλάδας υποσχέθηκαν να παράσχουν οποιαδήποτε επιπρόσθετη ανακούφιση χρέους που θα χρειαστεί, αλλά με τον όρο ότι η Ελλάδα θα εφαρμόσει τα συμφωνηθέντα για το ελληνικό πρόγραμμα.

Ο κ. Τόμσεν επανέλαβε ότι υπάρχει δέσμευση ώστε το ελληνικό χρέος να μειωθεί στο 124% του ΑΕΠ το 2020 και κάτω από το 110% του ΑΠΕ το 2022.

 http://www.protothema.gr

Σχόλια